Φρανσουά, αγγείο του– — Ελληνικός κρατήρας (570 560 π.Χ.), αριστούργημα της ελληνικής κεραμικής, έργο του αγγειοπλάστη Εργότιμου και του αγγειογράφου Κλιτία. Βρέθηκε το 1844 κοντά στο Κιούζι της Ιταλίας από τον Γάλλο αρχαιολόγο Αλεξάντρ Φρανσουά, από τον οποίο και πήρε… … Dictionary of Greek
Φρανσουά, Γκι — (François, Λε Πιί εν Βελέ 1578 – περ. 1650). Γάλλος ζωγράφος. Έζησε πολύ καιρό στην Ιταλία όπου σπούδασε δίπλα στους Σ. Βονέ και Γ. Ρένι, στη Ρώμη, από τους οποίους και επηρεάστηκε. Όταν γύρισε στη Γαλλία, το 1613, έδειξε δραστηριότητα με μια… … Dictionary of Greek
Φρανσουά, Λουίζα φον- — (François, Χέρτζμπεργκ, Σαξονία 1817 – Βάισενμπεργκ, Σαξονία 1893). Γερμανίδα συγγραφέας. Καταδικάστηκε σε κοινωνική απομόνωση, εξαιτίας της απώλειας της πατρικής της περιουσίας, και έτσι ωθήθηκε στην ανάπτυξη ενός διηγηματογραφικού ταλέντου, που … Dictionary of Greek
Βιγιόν, Φρανσουά — (François Villon, Παρίσι 1431 – 1463 ή 1489). Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Γάλλου ποιητή Φρανσουά ντε Μονκορμπιέ (François de Montcorbier) ή, κατ’ άλλους, Φρανσουά ντε Λοζ (François des Loges), το οποίο υιοθέτησε από ευγνωμοσύνη προς τον δάσκαλο και … Dictionary of Greek
Ριντ, Φρανσουά — (Rude, Ντιζόν 1784 – Παρίσι 1855). Γάλλος γλύπτης. Σπούδασε στην Ακαδημία της Ντιζόν με τον Φρανσουά Νεβόζ και στο Παρίσι εργάστηκε στο εργαστήριο του Πιερ Καρτέλα. Στις Βρυξέλες δημιούργησε, μαζί με τον Λουί Νταβίντ, τα μυθολογικά ανάγλυφα του… … Dictionary of Greek
Αραγκό, Φρανσουά Ντομινίκ Ζαν — (François Dominique Jean Arago, Εσταζέλ νταλε Ρουσιγιόν 1786 – Παρίσι 1853). Γάλλος φυσικός, αστρονόμος και πολιτικός. Μόλις αποφοίτησε από την πολυτεχνική σχολή του Παρισιού, πήρε μέρος μαζί με τον Ζαν Μπατίστ Μπιό στις εργασίες μέτρησης του… … Dictionary of Greek
Ενεμπίκ, Φρανσουά — (François Hennebique, Νεβίλ Σεν Βαστ 1843 – Παρίσι 1921). Γάλλος πολιτικός μηχανικός και αρχιτέκτονας. Θεωρείται πρωτοπόρος στις κατασκευές από οπλισμένο σκυρόδεμα (μπετόν αρμέ). Ο Ε. κατάφερε να αξιοποιήσει το σκυρόδεμα έως τα έσχατα όρια της… … Dictionary of Greek
Ζεράρ, Φρανσουά — (François Gérard, Ρώμη 1770 – Παρίσι 1837). Γάλλος ζωγράφος. Γιος υπαλλήλου της γαλλικής πρεσβείας, υπήρξε μαθητής του Ογκίστ Παζού και του Μπρενέ, κυρίως όμως του Νταβίντ (1786). Ο Ζ. ανήκει στη δεύτερη γενιά των Γάλλων νεοκλασικών και, μαζί με… … Dictionary of Greek
Κοπέ, Φρανσουά — (François Coppée, Παρίσι 1842 – 1908). Γάλλος λογοτέχνης. Οι πρώτοι στίχοι του ήταν επηρεασμένοι από τους παρνασσιστές, ενώ στη συνέχεια εξέδωσε διάφορες ποιητικές συλλογές εμπνευσμένες από τη λαϊκή ζωή. Ο ταπεινός και σχεδόν πεζός τόνος αυτών… … Dictionary of Greek
Κουπρέν, Λουί Φρανσουά — (Louis François Couperin, Παρίσι 1668 – 1733). Γάλλος συνθέτης, οργανίστας και θεωρητικός της μουσικής, επονομαζόμενος ο Μέγας. Ήταν γόνος μιας μεγάλης οικογένειας μουσικών, εξειδικευμένων κυρίως στο εκκλησιαστικό όργανο και στο κλαβεσέν. Ο Κ.… … Dictionary of Greek
Λα Περούζ, Ζαν Φρανσουά ντε Γκαλόπ, κόμης του- — (Jean François de Galaup Comte de La Pérouse, 1741; – 1788). Γάλλος εξερευνητής. Αφού υπηρέτησε στο γαλλικό ναυτικό επί 29 χρόνια, ο Λουδοβίκος ΙΣΤ’ του ανέθεσε την εξερεύνηση των άγνωστων, την εποχή εκείνη, περιοχών του Ειρηνικού ωκεανού. Για… … Dictionary of Greek